Ο Αλέκος Φασιανός στους σκαριμπικούς Άπαντες Στίχους και τους Εαυτούληδες κι ο Σκαρίμπας της φυγής και της Χαλκίδας
Γεννημένος το 1935 στο Άστυ το Κλεινόν ο Αλέκος Φασιανός, στον όλον του επίγειο βίο υπήρξε άνθρωπος με ύψιστη προσφορά στην τέχνη, τη ζωή και την πατρίδα Ελλάδα, την οποία με πολιτιστικά φτερά αετού και ταξιδεύτρα στις απεραντοσύνες του Ωραίου προσδοκούσε να θωρεί, που την οικουμένη όλη αυτή να συγκινεί και να εμπνέει, όπως και οι προπάτορές του κατά τα χρόνια τα παλαιά και ακίβδηλα, τα πάντα νια και ηλιόδωρα, τα πάντα θαυμαστά και πρωτοπόρα, κλασικά!
Καθήμενος αναπαυτικά πλέον επάνω στα πολύχρωμα ζωγραφικά του περιστέρια και ατενίζοντας αγέρωχα την πανσπερμία της αιωνιότητας των τοπίων και – των ανθρωπίνων ή των άλλων της φύσεως και της καλλιτεχνίας του – των μορφών της πλάσης του, εν ειρήνη πνεύματος και με απέριττη ψυχική αγαλλίαση στους παραδείσιους των Μακάρων λειμώνες με τους ασφοδέλιους κήπους τους μετοίκησε μια Κυριακή και σκόλη, οπότε στο Πάνθεον των Αθανάτων θρόνο καλό από τις 16 του Γενάρη έλαβε και οι θνητοί μακάριο τον λογίζουνε, τον μνημονεύουν θαυμαστά και τον ευχαριστούν.
Έχοντας ο Αλέκος Φασιανός τις ρίζες της ζωής του στην καρδιά της δεκαετίας του ’30, καθώς μεγάλωνε κι ως την ύστατη της ζήσης του την ώρα, εσπούδαζε την τέχνη, τη ζωή, και πολλά αντλούσε από αυτή τη λαμπρή δεκαετία των Γραμμάτων μας και της Τέχνης περίοδο, την ονομαστή “δεκαετία του ’30”, των Σεφέρη, Ελύτη, Σκαρίμπα και των τόσων άλλων μεγάλων δημιουργών, που τότε πρωτοξεκίνησαν τη δράση ή τότε έπλασαν το κύριο μέρος του έργου τους, επηρεασμένοι λίγο ή πολύ από τα νέα αισθητικά ρεύματα, που δρόσιζαν τον καλλιτεχνικό χώρο της Ευρώπης.
Κι ο Φασιανός Αλέκος αυτά τα νεόφερτα ρεύματα με τον δικό του στοχαστικό τρόπο επεξεργάστηκε και με τη δύναμη των ταλάντων του, με τα οράματά του και την ακάματη σπουδή των όσων γύρω του έτρεχαν, έφτιαξε τη δική βιοθεωρία, είδε την τέχνη με ίδια ματιά και σμίλεψε στην ψυχή και τον νου δικούς του κόσμους και τους έκανε μορφές και τέχνη, ξεχωριστούς, διακριτούς, φασιάνιους.
Και αυτοί του οι κόσμοι οι εικαστικοί και έμφωτοι, το δημιουργικό τους το πινέλο βουτηγμένο το έχουν πρωτίστως στην παλέτα τη ζώσα του λαού μας, την παράδοση, κι από κοντά στου Μοντερνισμού τα σπουδάγματα με τα νεωτερικά τους κελεύσματα, και πίσω πολύ, στους Μινωίτες με τον εύχαρι και με χρώματα φασιανού και θάλασσας ζωγραφικό τους κόσμο, μα στις μετέπειτα εποχές, στων Ελλήνων τις ώρες τις μεγάλες με αρμονικές τους συνθέσεις των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, στων Βυζαντινών τις εικονιστικές μεγαλύνσεις, στης Αναγέννησης τη νέα πλάση, καθώς στης ψυχής του τα απύθμενα τα βάθη, που νιους έπλαθαν κόσμους και νέους φαντάζονταν καιρούς!
Και η ευφυΐα του αντλεί ιδέες και γνώσεις από παντού, με πνεύμα ανοιχτό και μάτι αετού, και όλα τα στη σκέψη σμιλεύει κι όλο μιγνύει εποχές και όλο μελετήματα δικά του προσθέτει και δοκιμάζει ό,τι την τέχνη του υπηρετεί, το περισσό απολεπεί, το ουράνιο κρατεί και πλάθει!… Και πλάθει!… Και πλάθει, ώσπου γοργά το δικό του εικαστικό να βρει βασίλειο, όπου λιτά και απέριττα οι μορφές του στον άνεμο της σαγήνης και της αιωνιότητας να πορεύονται και να ευχαριστούνε το όμμα, την ψυχή!…
Κι οι παραστάσεις που γεννά, ζώντα έχουνε χρώματα, χαρωπά, με αναπεμπτικά της ψυχής και του λόγου φλοισβίσματα! Κι είναι οι ζωγραφικές του οι συνθέσεις με γραμμές αρμονικές, ιδιόγραφες!… Κι ’ναι του δημιουργού τους αρχιτεκτόνι-α όντα, τα οποία σαν θωρείς, νομίζεις πως του Φαέθων είναι τ’ άτια, που μες στου φωτός την πλήμμη και της ίριδος τα τόξα πιλαλούνε τα ολόχαρα παλάτια! Κι ’ναι εικόνες ασύγκριτα ωραίες, με ιδιαιτέρως διακριτή παστράδα και στη δομή τους σαν Ιώνων κίονες, σε πύλες παραστάδα, με ύφος και τεχνοτροπία αυθεντική, πηγαία, ασύγκριτα μοναδική, που από μακριά δηλώνουνε του πλάστη τους το χέρι του το θείο!
Κι αν ο Φασιανός από εκείνη την περίοδο που και του ηλιού του το χάραμα του έδωσε ζωή, την περιλάλητη του ’30 χρυσή κι ανθοφόρα των τεχνών μας εποχή, ως είπαμε για το έργο του μεγάλη του έδωσε πνοή, από την άλλη ξεχωριστός και πρωτοπόρος λογοτεχνικός γόνος αυτής της ανθηρής δεκαετίας ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε. Συγγραφέας ετούτος με μια πένα γρανίτη, που στον εν Αγία Ευθυμία τον παρνάσσιο τόπο το φως του πρωτοείδε, σε Αίγιο και Πάτρα μεγάλωσε, μα στη Χαλκίδα του πνευματικά σμιλεύτηκε, των καιρών εκείνων τα ψελλίσματα μ’ ανοιχτά της ψυχής του τα ώτα αφουγκράστηκε, τη γλυφίδα της σκέψης του απάνω τους ακόνισε και μια τέχνη του λόγου καινούργια συνέθεσε, που ως ύφος μοναδικό των Γραμμάτων μας είναι και στης φιλολογίας τις δέλτους ως αλά Σκαρίμπα ύφος γράφτηκε!
Κι αν ο Φασιανός την καθαρότητα και την πραότητα της ψυχής του περιστεριού επέλεξε για να την τέχνη του σε ίδ-ιους καλλιτεχνικούς φτερακίσει ουρανούς, από την άλλη ο Σκαρίμπας με τα λευκά και ανυπότακτα του γλάρου τα φτερά και της αρίφνητης της φαντασίας του τους πλόκους, ως τα ακρότατα της ιδιοτυπίας τιναζότανε όρια και της εκφραστικής απεραντοσύνης τα πεδία με νιοθώρητες, σκολι-ές, πολυανάγνωστες και θαυμαστές δικές του γραφές καταγινόταν. Κι είναι γραφές αυτές, που όσες κι αν στις πλάτες τους κουβαλούνε εποχές, για χρόνους και καιρούς με την ήβη της νιότης τους θα ταξιδεύουν πάντα κι όσο ο χρόνος πορπατεί, όλο πιο νέες και φρέσκες θα λογίζονται και σε μακρά θα τρέχουνε πελάγη με πλοίο το “Αποίκια”, του λόγου τη τζαζίστικη, αδάμαστη και φλογοβόλα σπάθη!…
Κι οι δυο τους της τέχνης την μύστες και σε πεδία διακριτά, με κάποια κοινά, μα ξέχωρα πολλά. Κι ήρθαν οι χρόνοι, οι καιροί, που οι δυο τους (πρωτοπόροι της πλάσης δημιουργοί και θαυμαστοί), πάνω στις φτέρουγες της τέχνης μια άνοιξη και μια στιγμή να καλοσυναντηθούνε.
Κι ήτανε τότε, χρόνους μετά την κατ’ εμπρός του Σκαρίμπα – με κάποιου πλοίου με ιστία τα γυαλένια – τη φυγή για του υπερπέραντος τα μάκρη και χάη, που οι δυο τους έμελε μέσω ΝΕΦΕΛΗΣ στους Άπαντες Στίχους το 2010 να δεθούνε καλλιτεχνικά κι έκτοτε οι ήλιοι τους ποτέ να μην σβηστούνε!
Κι ήτανε τότε, που δια μέσου της φιλοτεχνήσεως του εξωφύλλου τού – δια φιλολογικής επιμελείας της Πανεπιστημιακού Κατερίνας Κωστίου – εκδοθέντος βιβλίου και του συνοδευτικού αυτού σύμπυκνου δίσκου (CD), τον οποίο ο Διονύσης Τσακνής δημιούργησε και στις 16 Γενάρη του ’12 στο Μέγαρο Μουσικής οι σκαριμπικοί Εαυτούληδες (εν χορώ και τυμπάνοις με τον Σκιαδαρέση Γεράσιμο ως μια φάτσα Σκαρίμπα που “με μέτωπο ορθό και λείο στα πάλκα επρόβη”), παρουσιαστήκαν και της χρονιάς γεγονός ελογίστη Μεγ – άλο!
Κι ήτανε τότε, που ο Φασιανός ο Αλέκος με των “Εαυτούληδων τούτων” του Γιάννη Σκαρίμπα την μπάντα εν δράσει μουσική και αρμένισσα για αναγνώσεις αείχρονες και για αοιδές μελωδήσεις, την εικόνα του εξωφύλλου των ποιητικών του Χαλκιδέου Απάντων του Στίχων και του συνοδευτικού της εκδόσεως μουσικού δισκαρίου εσμίλευσε.
Ευτυχής συγκυρία, που κατά την – σε αίθουσα των εκδόσεων της ΝΕΦΕΛΗΣ του Περικλή του Δουβίτσα τον οίκο – πρώτη του έργου παρουσίαση όλοι οι εκλεκτοί συντελεστές του έργου να συρρεύσουν, μεταξύ των οποίων και ο μεγάλος ζωγράφος Αλέκος Φασιανός. Κι αν γεγονός καλλιτεχνικό και προωθητική πράξη μεγάλη για την προβολή του έργου του σκαριμπικού η πράξη ετούτη λογίσθη, συγκυρία ευτυχής ήτο, ως Πολιτιστικός Σύλλογος Φίλοι Γιάννη Σκαρίμπα να παραβρεθούμε και με τον Τσακνή και τον λαμπρό εικαστικό να συναντηθούμε.
Ήταν στιγμή ξεχωριστή ετούτη, καθώς ο εύχαρις και μ’ όλο χρωματικό θάλπος εικαστικός του Φασιανού λόγος (που τα σκότη της ζωής και των ανθρώπων τα άχθη έσπρωχνε χνούδι να φαίνονται, ελπίδας φτέρουγες να δίδουν κι Αγγέλων πούπουλα στο βαρύθυμο είναι τους να φαντάζουν, μα και βάλσαμα στα έσω τους να σταλάζουνε βάθη, ώστε ίνες πραϋντικές σαν Πηνελόπης Ιθακησίας υφάνσεις σε κήπους χαμομηλιών να προσφέρουνε χάδι) τώρα με του Σκαρίμπα συμπλεκόταν το πνέμα και οι μορφές που πλαστήκαν, τραγούδια σκορπάνε και χαρές μελετάνε!.
Βέβαια, η ομοτάξιδη του σκαριμπικού συγγραφικού έργου πλεύση με σημαίνοντες καλλιτέχνες εικαστικούς πρώτη αυτή δεν ήταν. Είναι γνωστό και αξίας μνημονεύσεως πράξη, πως η πρωτόπλωρη των σκαριμπικών ποιητικών Εαυτούληδων όψη του εξωφύλλου, που την υπογραφή του απαγχονισθέντος από τους Γερμανούς Ναζί τον Μάη του ’44 λαμπρού καλλιτέχνη και Αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης Αργύρη Βαλσαμά (με τον οποίο εν μέσω Κατοχής ο Σκαρίμπας με κέντρο τη θεατρική του Γυναίκα του Καίσαρος περιπέτεια ιδιαίτερη είχε) με σύνθεση συμπλέγματος μορφών του το ’50 να κοσμείται.
Και αυτή δεν ήταν η πρώτη. Ήδη από το ’30 βρίσκονται τις σελίδες του πρώτου του βιβλίου, τους Καϋμούς στο Γριπονήσι, με τους ευρίπειους και μες σε τραγούδια της παράδοσης, δημοτικά, κλυδωνισμούς των ψυχών των ηρώων και των ηρωισσών του πλασμένο, τις σελίδες του με τα δια χειρός του Αϊβαλιώτη-Κυδωνιάτη Φώτη Κόντογλου, του Κύπριου ζωγράφου Σολωμού Φραγκουλίδη και του Χαλκιδέου χαράκτη Γιώργου Οικονομίδη τα ιδιαίτερα σκίτσα να συνοδεύεται, να ευανθείται καλώς και αναγνωστικά καλοτάξιδο να δεικνύεται.
Και δεν ήταν μόνον ετούτοι. Σε επόμενες εκδόσεις βιβλίων του ή αναφορές στο έργο του μεταξύ άλλων συναντάμε τους: Νίκο Εγγονόπουλο, Δημήτρη Μυταρά, Κώστα Παππή-Γεωργίου, καθώς και νεώτερους του χρωστήρα μαΐστορες άξιους, που με αφορμή και έμπνευση τον σκαριμπικό τον κόσμο τον μυστήριο οι Χαλκιδέοι Νίκος Ραχούτης και Πέτρος Χριστούλιας πλαστουργοί εικόνων εξαίσιων έχουν υπάρξει και στων καραβιών του τα ιστία ναύτες ή καπετάνιοι των γυάλινων πανιών τους κυβερνήτες καλοί και άξιοι έχουν ήδη δειχτεί.
Ο ίδιος ο τζαζίστας του λόγου Σκαρίμπας για τη σχέση μεγάλων καλλιτεχνών με το έργο του κατά το λυκαυγές της συγγραφικής του οδοιπορίας σε συνέντευξή του προς τον ξεριζωμένο το Εικοσιδυό από τη γενέτειρά του στην Ανατολική Θράκη Έλληνα Σεραφείμ Ρίζο (για το φύλλο τής 1ης Ιανουαρίου 1933 της εφημερίδας Η φωνή τού Λαού) δήλωνε ότι σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσει ένα δεύτερό του βιβλίο, Το Θείο Τραγί, τονίζοντας συνάμα «την εγκάρδια υποδοχή και την θερμή ηθικήν υποστήριξη» των λογοτεχνικών κύκλων της Αθήνας για το πρώτο του βιβλίο (τους Καϋμούς στο Γριπονήσι) και επιπροσθέτως αναφέρει τη μεγάλη του χαρά, καθώς, όπως λέει: «Ζωγράφοι, καλλιτέχνες, συνάδελφοι, ετέθησαν ευγενικά στη διάθεσή μου, για να παρουσιάσω και το βιβλίο τούτο εξαιρετικό εις εμφάνιση. Ο Κόντογλου, ο Εγγονόπουλος, ο Τσαρούχης, εκαλλιτέχνησαν τις εικόνες του, τις βινιέτες, τα σκίτσα. Ο δικός μας ο Χαλκιδαίος καλλιτέχνης Γιώργης Οικονομίδης […]επιμελήθηκε με οίστρο τις ξυλογραφίες τού βιβλίου μου. Σας λέω είμαι πολύ συγκινημένος μαζί τους. Η εκτίμησή τους, η αφοσίωσή τους, η αγάπη τους στο φτωχό μου ταλέντο, μου είναι η μόνη – και η μεγαλύτερη για μένα – ηθική ικανοποίηση.»
Εξ αυτών τα ονόματα στην έκδοση είτε φαίνονται ευκρινώς με τις υπογραφές τους (όπως του Νίκου Εγγονόπουλου σε 4-5 σκιτσογραφικές διατυπώσεις) είτε δεν μνημονεύονται καθόλου, αλλά και η υπογραφή τους απουσιάζει τα φιλοξενούμενα σκίτσα.
Εάν χρόνους μετά, το 2010, που επανεκδόθηκαν οι ως συναρμογή των τριών πρώτων του και αποδεκτών από τον συγγραφέα συλλογών του και ως Άπαντες Στίχοι από το ’70 κυκλοφορούν και τώρα (κατά τη δεύτερή τους κυκλοφορία) μαζί με τους μουσικούς κι αδόμενούς από τον Τσακνή και τους μουζικάντηδές του Εαυτούληδες, στους οποίους η καλλιτεχνική υπογραφή του Μεγάλου Φασιανού στην πρόσοψή τους υπάρχει και εικόνες από τους ποιητικούς αυτούς στίχους ως πάντα μουσικών χαριέντων έχει πλάσει, τι λογοτεχνικούς προς αυτόν διθυράμβους ο Σκαρίμπας θα έπεμπε, αν στη ζωή ευρισκόταν;
Οι σκαριμπικοί Εαυτούληδες στίχοι παρατίθενται πιο κάτω:
ΕΑΥΤΟΥΛΗΔΕΣ
Ως ωραία ήταν μου απόψε η λύπη,
ήρθαν όλα σιωπηλά χωρίς πάθη
και με ήβραν – χωρίς κανέν’ να μου λείπει –
τα λάθη.
Κι ως τα γνώρισα όλα μου γύρω – μπραμ-πάφες
όλα κράταγαν, τρουμπέτες και βιόλες
– ΕΑΥΤΟΥΛΗΔΕΣ που με βλέπαν, οι γκάφες
μου όλες.
Α!… τι θίασος λίγον τι από αλήτες
μουζικάντες μεθυσμένους και φάλτσους,
έτσι ως έμοιαζαν – με πρησμένες τις μύτες –
παλιάτσους.
Και τι έμπνευση να μου δώσουν τη β έ ρ γ α
μπρος σε τρίποδα με κ ά ν τ α μυστήρια,
όπου γράφονταν τ’ αποτυχημένα μου έργα
– εμβατήρια!
Α!… τι έμπνευση!… Μαιτρ του φάλτσου γω πάντα,
με τη βέργα μου τώρα ψηλά – λέω – με τρόμους
να, με δαύτη μου να παρελάσω τη μπάντα
στους δρόμους.
Κι ως πισώκωλα θα παγαίνω πατώντας
μέσ’ σε κόρνα θα τα βροντούν και σαντούρια
οι παλιάτσοι μου – στον αέρα πηδώντας –
τα θούρια…
[Από την ποιητική συλλογή Εαυτούληδες (1950)]
Βέβαια, τώρα θούρια με κόρνα ή φλάουτα δεν βροντούμε διόλου, αλλά της μνήμης τα χάλκινα κρούουμε όργανα και των Χαίρε τα χαίρε για τη φυγή “στων οριζόντων τα χάη” του Σκαρίμπα του Γιάννη, που με μια πνεύματος γρόνθο την πόλη απ’ του κάστρου τη ράχη κρατάει κι ως λελέκι ορθό και με γλάρου φτερά τριάντα οκτώ χρόνια από τότε που πήρε των μακρέων οριζόντων τα πάει, στα αιώνια την κινάει κι όλο Χορούς Συρτούς και Χαλκίδος ψαλμούς, ευριπείς, την κερνάει!…
Χαλκίδα
Νάν’ σπασμένοι οι δρόμοι, να φυσάει ο νότος
κι εγώ καταμονάχος και να λέω: τι πόλη!
να μην ξέρω αν είμαι – μέσα στην ασβόλη –
ένας λυπημένος Πιερότος!
Φύσαε – είπα – ο νότος κι έλεγα: Η Χαλκίδα,
ω Χαλκίδα – πόλη (έλεγα) και φέτος
ήμουν – στ’ όνειρό μου είδα – Περικλέτος,
πάλι Περικλέτος ήμουν – είδα…
Έτσι έλεγα! Ήσαν μάταιοί μου οι κόποι
πάν’ σε ξύλο κούφιο, πρόστυχο, ανάρια,
ως θερία, ως δέντρα – αναγλυμένοι – ως ψάρια
τα όνειρά μου (μούμιες) κι οι ανθρώποι.
Τώρα; Πόλη, τρέμω τα γητέματά σου
κι είμαι ακόμα ωραίος σαν το Μάη μήνα,
κρίμα, λέω, θλιμμένη νάσαι κολομπίνα
και να κλαίω εγώ στα γόνατά σου.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Έτσι νάν’ σπασμένοι, να φυσά απ’ το νότο
και με πίλο κλόουν να γελάς, Χαλκίδα:
Αχ, νεκρόν στο χώμα – να φωνάζεις – είδα
έναν μου ακόμη Πιερότο!…
[Από το μυθιστόρημα Μαριάμπας ( 1935) και την ποιητική συλλογή Ουλαλούμ (1936)]
Κωνσταντίνος Κλ. Μπαϊρακτάρης
Χαλκίδα, 21 Ιανουαρίου 2022